Bostanistas.gr : Ιστορίες για να τρεφόμαστε διαφορετικά

Twitter | Facebook | Google+ |

Διαφήμιση

Διαφήμιση

Μια καθημερινή στου Ρέντη

της Αλέκας Κυφιώτη WikiΚεντρική Λαχαναγορά Αθηνών, λαχανικά, φρούτα

Η βόλτα στην Κεντρική Λαχαναγορά Αθηνών είναι μια εμπειρία. Στρίβοντας και μπαίνοντας από την κεντρική πύλη νομίζεις ότι βρίσκεσαι σ' έναν άλλο κόσμο, σ' έναν κόσμο που ζει και λειτουργεί με βασικό γνώμονα πόσο ζουμερά είναι τα ροδάκινα, πόσο κάνουν τα κεράσια και πώς δεν θα καταστραφούν οι μπανάνες κατά την μεταφορά τους.

«Εδώ σε πουλάνε και σ' αγοράζουν χωρίς να καταλάβεις το παραμικρό», μου είπε ο φίλος μου ο μανάβης που με συνόδευσε σ' αυτή τη βόλτα. «Εμένα μου πήρε έναν χρόνο και ειδικά σεμινάρια από έναν παλαιότερο μανάβη μέχρι να καταλάβω τι γίνεται και να νιώσω ότι μπορώ να τους αντιμετωπίσω επί ίσοις όροις». Εγώ, ομολογώ, ότι αυτό δεν το ένοιωσα τις δύο φορές που πήγα. Αντίθετα, μου δόθηκε η εντύπωση μιας ξεκάθαρης συναλλαγής μεταξύ επαγγελματιών. Αλλά δεν βάζω και το χέρι μου στη φωτιά.

Η λαχαναγορά του Ρέντη μου θύμισε:

1. Μια τεράστια λαϊκή αγορά που, όμως, επειδή οι συναλλαγές γίνονται μεταξύ επαγγελματιών, δεν σου δίνει την πανηγυριώτικη αίσθηση της λαϊκής της γειτονιάς, όπου ο καθένας λέει το μακρύ του και το κοντό του και κάνει πλάκα στις γιαγιάδες μπας και αγοράσουν καμιά ντομάτα παραπάνω. Εδώ, ο υποψήφιος αγοραστής μπορεί να πιάσει, να ζουλήξει, να δοκιμάσει, να κόψει. Η σπατάλη που γίνεται μου φάνηκε τρομερή. Τα πεταμένα φρούτα και λαχανικά, άλλα μισοδαγκωμένα, άλλα μισοκομμένα, άλλα ολόκληρα και απείραχτα που ενδεχομένως κατρακύλησαν από κάποιο καφάσι, είναι πάρα πολλά. Αν, όμως, υπολογίσει κανείς τις ποσότητες που διακινούνται σε καθημερινή βάση, η αναλογία λαχανικών και φρούτων που πετιέται είναι μηδαμινή.

2. Πίστα με συγκρουόμενα σε λούνα παρκ. Αυτή ήταν η πρώτη αίσθηση που είχα μπαίνοντας στους διαδρόμους. Ένιωσα ότι βρισκόμουν στα συγκρουόμενα αυτοκινητάκια ενός τεράστιου λούνα παρκ. Μόνο που, αντί για αυτοκινητάκια, το παιχνίδι παίζεται με νταλίκες, τριαξονικά, τεράστια φορτηγά, βανάκια. Κι όλα αυτά παρκάρουν, ξεπαρκάρουν, κάνουν μανούβρες, με καταπληκτική μαεστρία, χαμηλές ταχύτητες και μετρημένες κινήσεις. Όλοι είναι επαγγελματίες, σέβονται ο ένας τον άλλο, περιμένουν υπομονετικά, δεν βρίζονται, δεν κορνάρουν. Αντιθέτως αλληλοβοηθιούνται, έτσι ώστε να τελειώνουν όσο γίνεται πιο γρήγορα και να φύγουν χωρίς “τζάμπα μαγκιές”. Τουλάχιστον αυτή η εντύπωση μου δόθηκε τις δύο φορές που πήγα στου Ρέντη.

«Δεν είναι πάντα έτσι», μου είπε ο φίλος μου ο μανάβης. «Ειδικά τις Κυριακές, που έχει πάρα πολύ κόσμο, υπάρχει εκνευρισμός, τσακώνονται, βρίζονται και πάει λέγοντας». Θεωρητικά η αγορά είναι οργανωμένη για να λειτουργεί με τάξη. Σύμφωνα με τους κανονισμούς έχει προβλεφθεί να μπαίνεις με το όχημά σου από την πύλη, να παρκάρεις στο πάρκινγκ, να πηγαίνεις με τα πόδια στους κάθετους προς τον κεντρικό δρόμο διαδρόμους με τα υπερυψωμένα καταστήματα δεξιά και αριστερά, να διαλέγεις τα φρούτα και τα λαχανικά που θέλεις, να τα “κλείνεις” και στη συνέχεια, να φέρνεις το φορτηγό σου, οι πόρτες του οποίου ανοίγουν στο ύψος της πλατφόρμας πάνω στην οποία βρίσκονται τα μαγαζιά, να φορτώνεις, να πληρώνεις και να φεύγεις. Πράγμα που, εγώ τουλάχιστον, δεν είδα κανένα να το κάνει. Οι αποστάσεις είναι μεγάλες, οι διάδρομοι τεράστιοι και το περπάτημα πολύ. Γι' αυτό και όλοι πάνε με το φορτηγό τους από μαγαζί σε μαγαζί διαλέγουν αυτά που θέλουν, τα βάζουν στην άκρη και, όταν τελειώσουν, ξανακάνουν τη βόλτα και παίρνουν αυτά που έχουν ήδη διαλέξει.

3.Μια εξαιρετική πηγή για κοινωνιολογική μελέτη, επειδή είναι σημείο συνάντησης όλης της Ελλάδας κι όχι μόνο. Οι “παλιοί” με το τσιπουράκι τους, καθισμένοι σε καφάσια παρακολουθούν τους νεώτερους, στους οποίους έχουν παραδώσει τα σκήπτρα. Οι επιχειρηματίες γυροφέρνουν, μιλάνε για τιμές, κλείνουν συμφωνίες, κάνουν παζάρια, κατευθύνουν τους υποψήφιους αγοραστές. Στα ταμεία είναι στην πλειοψηφία τους οι σύζυγοι που έχουν έρθει να δούνε τι γίνεται και να δώσουν ένα χεράκι «τώρα που τα παιδιά μεγάλωσαν κι έχουν φύγει από το σπίτι». Νεαρά παιδιά, μετανάστες απ' όλο τον κόσμο στην πλειοψηφία τους, κάνουν τη χοντρή λάντζα. Μεταφέρουν, κουβαλάνε, φορτώνουν, ζυγίζουν. Χαριτωμένα κορίτσια, λικνιστά και χαρούμενα, με δίσκους στα χέρια σερβίρουν καφέδες, αναψυκτικά, μπύρες και ουζομεζεδάκια από τα καφενεία στους μαγαζάτορες. Μερακλήδες πελάτες με το ταμπλό του αυτοκινήτου τους φορτωμένο με Παναγίτσες, Άγιους Χριστόφορους και “μπαμπά μην τρέχεις”, γυμνοί από τη μέση και πάνω, με πετσέτα περασμένη γύρω από το λαιμό, φορτώνουν για να φύγουν για την επαρχία. Δυναμικές γυναίκες που η συμπεριφορά και η εμφάνισή τους δηλώνει “δεν μασάω” από μίλια μακριά, οδηγούν νταλίκες κάνοντας απίστευτους ελιγμούς. Σοβαροί και σοβαροφανείς επαγγελματίες συνυπάρχουν και συνδιαλέγονται αρμονικά με μάγκες, νταήδες, ψιλολαμόγια. Όλοι με όλους.

Φεύγοντας, η τύχη με βοήθησε κι έκλεισα την πόρτα του αυτοκινήτου μου δέκατα του δευτερολέπτου πριν το διπλανό αυτοκίνητο - που ξεπάρκαρε - πατήσει ένα πεπόνι το οποίο έσκασε. Τα ζουμιά και τα κουκούτσια στόλισαν το αυτοκίνητό μου. Την επόμενη φορά που πήγα στου Ρέντη, άφησα τα πέδιλά μου στην παπουτσοθήκη και φόρεσα τζιν με αθλητικά.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Πρόσφατα άρθρα της Αλέκας Κυφιώτη

Πρόσφατα άρθρα στην κατηγορία 'Wiki'