Bostanistas.gr : Ιστορίες για να τρεφόμαστε διαφορετικά

Twitter | Facebook | Google+ |

Διαφήμιση

Διαφήμιση

Ένας άντρας στο τηγάνι μου

της Θάλειας Τσιχλάκη Μαγειρικές ιστορίεςτηγανιά

Παρόλο που στο διαδίκτυο υπάρχουν σήμερα πια εκατοντάδες συνταγές, εξακολουθώ πάντα να μαγειρεύω στα κουτουρού, ακολουθώντας μια σκέψη, το άρωμα κάποιου υλικού, λες κι όλες οι συνταγές να ήταν πάντα γραμμένες στο κεφάλι μου. «Aujourd'hui on peut faire de la musique avec des ordinateurs, mais l'ordinateur a toujours existé dans la tête des compositeurs», έγραφε το 1986 ο Μίλαν Κούντερα στην "Τέχνη του μυθιστορήματος". 

Photo: pbs.org
Photo: pbs.org

Απόψε ήθελα να μαγειρέψω για σένα που κατέχεις ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Δεν ξέρω καν αν θα βρεθούμε. Έπιασα αργά να μαγειρέψω κι ήδη νομίζω πως ακούω μια φωνή μέσα μου, τη δική μου φωνή να γίνεται ένα με της Ella Fitzgerald, που τραγουδάει το The Man I Love. Δεν μπορώ να φανταστώ τι θα ήθελες να φας κι ακόμα περισσότερο δεν ξέρω τι θέλω να σου μαγειρέψω. Ποιο φαγητό εκφράζει την παιδιάστικη ανυπομονησία που με διακατέχει όταν σε περιμένω, έτοιμη να χτυπήσω τα πόδια μου στο πάτωμα επειδή αργείς; Ποια γεύση περιγράφει την επιθυμία που με κάνει να μην αντέχω μέσα στο δέρμα μου, που με κάνει να θέλω να ουρλιάξω και αντί για αυτό να πνίγω την κραυγή μου και να προσθέτω πιπέρια στην κατσαρόλα μου; Σε σκέφτομαι, οι σκέψεις μου γίνονται νότες, συνθέτουν μελωδίες με καυτερές πιπεριές τσίλι, με πιπερόριζα, με ταμπάσκο, με πράσινο κι άσπρο πιπέρι, σε μια φανταστική παρτιτούρα. Αλέγκρο μα νον τρόπο.

Πρέπει να είναι κρέας. Μαγειρεμένο σε σιγανή φωτιά, αργά, βασανιστικά αργά. Μοσχάρι από τρυφερό μέρος του ζώου, που αντέχει τη φωτιά και το σιγανό μαγείρεμα. Ψιλοκόβω τα δυο κρεμμύδια πάνω στην χοντρή ξύλινη τάβλα. Ακούω τη βαριά λάμα του μαχαιριού να πέφτει ρυθμικά, στακάτα, πάνω στο ξύλο και νομίζω πως ακούω ξανά τα βήματα μου στην άδεια πλατεία, καθώς σε πλησίαζα εκείνο το βράδυ που γνωριστήκαμε, αλήθεια, πόσο τυχαία άραγε; Γυρίζω το διακόπτη κι η ζέστη από τη φλόγα του γκαζιού, που ζεσταίνει το λάδι στο μεγάλο τηγάνι, μου θυμίζει εκείνη την πρώτη ματιά σου που με τύλιξε σαν ζεστό χάδι. Ήρθα και μέλωσα, μέχρι που έγινα όπως αυτά τα κομματάκια του κρεμμυδιού, που μαραίνονται τώρα στο ζεστό λάδι. Συρρικνώθηκα και μέρεψε το αγριμάκι που ήμουν, μέχρι εκείνη την ματιά. Δυο κατάμαυρα μάτια, σαν τις ελιές που μόλις πρόσθεσα, με μαγνήτισαν αμέσως.
Με ξάφνιασε και το άρωμα της ρίγανης που νόμισα πως έτριβα, σαν τώρα, μες τις παλάμες μου, αλλά εκείνο ανάβλυζε από το σώμα σου. Μπορεί ένας άντρας να μυρίζει ρίγανη από φυσικού του;
Τότε δεν αναρωτήθηκα, δεν το ‘ψαξα. Μου αρκούσε που βρέθηκα έτσι ξαφνικά στην τεράστια αγκαλιά σου. Η ματιά σου μου έκοψε τα πόδια, μούδιασα, μίκρυνα και χάθηκα, όπως μικραίνουν τούτα τα κομμάτια κρέας που έριξα στο τηγάνι, μαζί με κάππαρη. Μήνες προσπάθησα να κρατήσω την ψυχραιμία μου μα σιγοψηνόμουν, όπως κι αυτά, σε ένα φανταστικό, καυτό λάδι.

Μαγειρεύω σα να ξαναζώ την ένταση εκείνης της στιγμής, όπου δεν ήξερα τι θα ακολουθούσε.
Η συνταγή μου, νομίζω, όπως κι όλες οι άλλες, υπάρχει καταγεγραμμένη στο σκληρό δίσκο του μυαλού μου, σαν προϋπάρχουσα μνήμη κι όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή, την εκτελώ, υπακούοντας σε μια λογική, που τη λέω «ένστικτο» και εδρεύει στο στομάχι απ’ όπου υπαγορεύει με ένα σφίξιμο την κάθε μου κίνηση. Ένα φύλλο δάφνης για τις φορές που με δικαίωσες και με ύμνησες ως γυναίκα, μερικές, λιωμένες με τη λάμα του μαχαιριού σκελίδες σκόρδο για να δώσουν στη γεύση μια νότα πιο αψιά, όπως μυρίζει ο έρωτας σαν φτάνει στη σάρκα. Λίγο ξύσμα λεμονιού για το οξύ και λεπτό σου χιούμορ. Ρίχνω κρασί κι αχνίζουν οι ανάσες μας στο τηγάνι κι ύστερα αρχίζω το ανακάτεμα με την ξύλινη κουτάλα, σαν την παλινδρόμηση των εραστών.

Δεν άργησε πολύ, σώθηκαν τα υγρά του, κλείνω τη φωτιά. Στέγνωσαν τα χείλη μου. Δίψασα να σε περιμένω, θα βάλω λίγο κρασί να πιω θα ρίξω το υπόλοιπο στο τηγάνι να κρατήσει ζουμερό το φαγητό μου μέχρι να έρθεις. Με πρόλαβες, χτύπησες την πόρτα. Ευτυχώς, αυτή η τηγανιά μπορεί να περιμένει, τρώγεται και χλιαρή. Όταν έρχεσαι, όταν μαγειρεύω, σπάνια πεινάω. Τι αρρώστια κι αυτή, των μαγείρων, να μην μπορούν να φάνε όταν τους παίρνουν οι μυρωδιές στην κουζίνα ή όταν τους πνίγει το συναίσθημα.

Υλικά - για 2 άτομα

  • 500 γρ. βασιλοπούλα (σπαλομύτα  κομμένη σε κύβους)
  • 50 ml ελαιόλαδο
  • 2 μεγάλα κρεμμύδια ψιλοκομμένα
  • 3 κόκκινες πιπεριές Φλωρίνης κομμένες σε ροδέλες
  • 10-15 ελιές Καλαμών κομμένες σε κομμάτια
  • 2 κ.σ. κάππαρη στο αλάτι
  • ½ κ.σ. φυλλαράκια φρέσκιας ρίγανης (κι αν θέλετε 1 κλαράκι δεντρολίβανο)*
  • 1 φύλλο δάφνης
  • 2 μικρές πιπερίτσες τσίλι, ψιλοκομμένες (χωρίς τα σπόρια τους)
  • 1 κ.σ. φρέσκο τζίντζερ κομμένο σε φέτες
  • 2-3 σκελίδες σκόρδο λιωμένες
  • 125 ml λευκό ξηρό κρασί
  • αλάτι, φρεσκοτριμμένο πιπέρι, πάπρικα
  • ξύσμα ½ λεμονιού
  • 200 γρ. ζεματισμένες αβρωνιές κομμένες στα τρία (προαιρετικά)

Αυτό το πιάτο μπορεί να συμπληρωθεί με τις αβρωνιές ή άλλα άγρια χόρτα, ζεματισμένα για λίγο από πριν ή με μανιτάρια πορτομπέλο, χωριστά σοταρισμένα ή μπορούμε να το συνοδέψουμε με ρύζι ατμού.

*Τα μυριστικά μπορούν να αντικατασταθούν από βασιλικό ή θρούμπι.

Πρόσφατα άρθρα της Θάλειας Τσιχλάκη

Πρόσφατα άρθρα στην κατηγορία 'Μαγειρικές ιστορίες'