Bostanistas.gr : Ιστορίες για να τρεφόμαστε διαφορετικά

Twitter | Facebook | Google+ |

Διαφήμιση

Διαφήμιση

Στη Λαχαναγορά

του Δημήτρη Ποταμιάνου Μαγειρικές ιστορίεςΑίγινα, καθάρισμα αγκινάρας, μανάβης

Με την αγάπη που έχω στις βασιλοπούλες αυτές της άνοιξης με την τρυφερή καρδιά - επιμένω, βλέπετε, στη φιλική αντιδικία με τον τίτλο, φυσικά και μόνο, του γοητευτικού παραμυθιού της Πηνελόπης Δέλτα -, έμαθα εδώ και αρκετόν καιρό να τις περιποιούμαι και να τις καλλωπίζω, μαγειρεύοντας και σερβίροντάς τις εν συνεχεία με ποικίλους τρόπους. Οφείλω ωστόσο να παραδεχτώ πως τις σχολαστικές αυτές φροντίδες, χωρίς βεβαίως να τις βαρυγκομώ, δεν έπαψα να τις βρίσκω αρκετά χρονοβόρες και, ανάλογα με τη διάθεση της στιγμής, κοπιαστικές έως και, μερικές φορές, αποθαρρυντικές.

Οπότε, θα τ’ ομολογήσω κι αυτό, παρασπονδίες είχα συχνά τον πειρασμό να κάνω. Κι ο Μπαρμπα - Στάθης μπήκε έτσι, από την πλαϊνή έστω πόρτα, στη ζωή μου ενώ και μερικές ετοιματζήδικες αγγιναρούλες - του Jamie Oliver, ας πούμε (άψογα μαριναρισμένες), ή και του Μανδραγόρα (πολύ τσουχτερές πάντως ετούτες εδώ) - βρήκαν κι αυτές τη θέση τους στον πάγκο της κουζίνας μας αρχικά και μετά στο ψυγείο.

Τις προάλλες ωστόσο η Αιγινήτισσα μανάβισσά μου, η κυρία Σίσσυ Λαμπαδαρίου, μου είχε φυλαγμένη την πιο ευχάριστη έκπληξη. Καθώς πλήρωνα στο ταμείο της φορτωμένης καθημερινά με όλα τα καλά του κόσμου “Λαχαναγοράς” της, το μάτι μου έπεσε στη μικρή ερασιτεχνική ταμπέλα με την χαράς θεού επιγραφή: Καθαρίζονται αγγινάρες. Το τεμάχιο...

Σ’ ένα καφάσι παραδίπλα είχα ήδη καμαρώσει τις βιολετιές της Τήνου, τιμώμενες 79 λεπτά η καθεμιά, με τα κοτσάνια τους και τις καρδιές τους σκεπασμένες από τα ζωηρόχρωμα αλλά και κάπως αγριωπά τους φύλλα. «Αν τις παραγγείλετε νωρίς το πρωί, θα τις έχετε έτοιμες, φρεσκοκαθαρισμένες το απογευματάκι», με διαβεβαίωσε η χαμογελαστή και πολύ εξυπηρετική κοπελιά στο ταμείο. Και τώρα το τρισεύγενο, το πιο ευπρόσδεκτο μαντάτο: «Και θα μου τις χρεώσετε;» ρώτησα. «Το καθάρισμα είναι ευχαρίστησή μας. Δεν χρεώνεται. Θα σας κοστίσουν όσο κι αν τις παίρνατε από το τελάρο».

Δεν χωρούσε ασφαλώς κανένας δισταγμός. Μαζί με τ’ άγρια Μακεδονίτικα σπαράγγια, τυλιγμένα σε ωραία μικρά δεματάκια, τα παραπούλια από τα ντόπια μπρόκολα και τα ζουμερά σαγκουίνια της Αργολίδας, που είχα ήδη προμηθευτεί, προπλήρωσα και οκτώ σφιχτόκαρπες αγγινάρες, που θα τις παραλάβαινα εγγυημένα συγυρισμένες αργότερα, εγκαίρως πάντως για το βραδυνό μας φαγητό. Και γύρισα μάλιστα πίσω στα ράφια του καταστήματος, πριν φύγω, να διαλέξω και μια ντουζίνα αληθινά “κοτίσια” αβγά, που έχει πάντα στη διάθεση των πελατών της η γενναιόδωρη μανάβισσά μας.

Καμία έκπληξη φυσικά όταν ξαναπήγα το απόγευμα να παραλάβω τις αγγινάρες μου. Σμιλεμένες οι καρδιές τους με το χέρι του πιο έμπειρου τεχνίτη, βουτηγμένες, μέσα σ’ ένα βολικό διπλό σακκουλάκι, στον χυμό του λεμονιού που τις είχε υποδειγματικά ξασπρίσει. Ομελέτα τις κάναμε με τα ολόφρεσκα αβγά που είχα πάρει απ’ το πρωί και μαζί και λίγα σπαράγγια - τις φουντίτσες τους, εννοείται, και τα τρυφερά μέρη από τους μίσχους τους.

Δεν νομίζω ότι περιμένετε να σας δώσω τώρα και τη συνταγή γι’ αυτό το ιδανικό κολατσιό, που ίσως βέβαια κολάσει τους πιο πιστούς οπαδούς της Σαρακοστιανής νηστείας. Εγώ πάντως αρκούμαι σήμερα να μοιραστώ μαζί σας την πρόσφατη αυτή ψυχαμοιβό εμπειρία που έζησα στη φωτεινή, ανοιξιάτικη Αίγινά μας. Κι όσο για τη Σαρακοστή, επιτρέψτε μου να επικαλεστώ το ρητό: Ασθενής και οδοιπόρος αμαρτίαν ουκ έχει.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Πρόσφατα άρθρα του Δημήτρη Ποταμιάνου

Πρόσφατα άρθρα στην κατηγορία 'Μαγειρικές ιστορίες'