Bostanistas.gr : Ιστορίες για να τρεφόμαστε διαφορετικά

Διαβαστε

Grape Travel: Λίγο πριν το Πάσχα ταξιδεύουμε στην Ηπειρο

Διαφήμιση

Twitter | Facebook | Google+ |

Διαφήμιση

Κοψίδια και άλλα

του Δημήτρη Ποταμιάνου

Έχω ακούσει και έχω επισκεφθεί προσωπικά διάφορα εστιατόρια που συνδυάζουν την κεντρική προσφορά τους, το ορεκτικό φαγητό, με άλλες υπηρεσίες, ισάριθμες ευκαιρίες αναψυχής για τους πελάτες τους.. Καλοστρωμένο τραπέζι με συνοδευτική μουσική και χορό, με σκηνικές παραστάσεις και κινηματογραφικές προβολές, με εκθέσεις ζωγραφικής ή γλυπτικής, με επιδείξεις μόδας κ.α. Μα την αλήθεια, όμως, τον ευφάνταστο, συνδυασμό που σκαρφίστηκε προπολεμικά- εν έτει 1936, για την ακρίβεια- ο ιδρυτής της Ταβέρνας Σινάνης (Πριάμου 97, Νέα Λιόσια), δύσκολα θα μπορούσε να τον βάλει ο νους μου: Ταβερνείο και κουρείο!

Δίσεκτα χρόνια και κείνα, με διαβεβαιώνει ο συνεχιστής της παράδοσης και μαστορικός σημερινός ψήστης στο οικογενειακό οινομαγειρείο Σπύρος Σινάνης. Τα κεφτεδάκια μας τότε είχαν μέσα 70% ψωμί, δεν διστάζει να μου ομολογήσει. Και λίγο κιμά βέβαια αλλά ποιος ξέρει  ποιους και πόσους άλλους παρείσακτους επισκέπτες/ συντελεστές στο αφράτο μείγμα. Η εγκατάσταση, βλέπετε, ήταν χωρισμένη στα δύο. Από τη μια μεριά το μπαρμπέρικο και από την άλλη η ταβέρνα- στο βάθος βέβαια η κουζίνα. Όταν φυσούσε ο αέρας απ’ τ’ ανοιχτά παράθυρα, με όση προοχή κι αν τίναζε τις πετσέτες του ο κουρέας, δεν ήσουν ποτέ σίγουρος πως οι αριστοτεχνικά ψαλιδισμένες τρίχες θα παρέμεναν όλες  υπό έλεγχο. Το φιλόξενο διπλό κατάστημα δεν άργησε ωστόσο να γίνει γνωστό κι αγαπητό στη γειτονιά, τόσο για τις ειδικές περιποιήσεις στο μπαρμπέρικο όσο και για τα προσεγμένα οικεία πιάτα που προσφέρονταν στην τραπεζαρία του.. Η φήμη του συντηρείται ακόμα ως σήμερα από διηγήσεις γεροντότερων, που δεν είχαν κανένα δισταγμό να πλέξουν το εγκώμιο της διπλής αποστολής του.

Περνάμε τώρα σε ακόμα πιο λαμπρές μέρες. Ο Σπύρος, ο σημερινός αρχιψήστης, ήταν βαφτισιμιός του αδικοσκοτωμένου γιατρού και αγωνιστή της ειρήνης Γρηγόρη Λαμπράκη. Φυσικό και αναμενόμενο, ήταν, λοιπόν, η ιδρυτική πράξη της Νεολαίας Λαμπράκη, που σημάδεψε τη μεταπολεμική δημοκρατική πορεία μας στην ταραγμένη δεκαετία του ‘60, να γίνει σ’ αυτό το περιφερειακό μαγέρικο των Νέων Λιοσίων. Εν τω μεταξύ είχε μεν κλείσει τη λειτουργία του ως μπαρμπέρικο, αλλ’ όλο και εδραιωνόταν η θέση του ως το πιο νόστιμο εντευκτήριο της γειτονιάς και της γύρω περιοχής. Τακτικοί πελάτες στα τραπέζια του ήταν τότε ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Γιάννης Ρίτσος και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, στελέχη της μαχόμενης Αριστεράς, αλλά και η Σωτηρία Μπέλου, ο Γαβαλάς και ο Μενιδιάτης. Όχι, δεν τραγουδούσαν ποτέ στην ταβέρνα ετούτοι εδώ, παρ’ απλώς χαίρονταν με τη συντροφιά τους το βραδυνό φαγητό τους πριν το μελωδικό δικό τους νυχτοκάματο.

Μην μου πείτε πως δεν θα’ χατε κι εσείς τη ζωηρή επιθυμία να καθίσετε ένα μεσημέρι ή ένα βράδυ σ’ αυτά τα ίδια τραπέζια που τα στοίχειωσαν τα ιερά αυτά τέρατα της πιο  δημιουργικής μας ίσως ιστορίας.

Επιτρέψτε μου εδώ μια παρενθετική αναλογία. Το γνωστό Παρισινό μπιστρό της δεξιάς όχθης, Chez Drouant, χρωστάει την καλή του φήμη στα φινετσάτα οπωσδήποτε κλασικά και νεωτερικά πιάτα του, αλλά, κυρίως, στο ότι εδώ είναι που συνεδριάζει κάθε χρόνο, στα μέσα του φθινοπώρου, η επιτροπή που απονέμει τα ονομαστά βραβεία λογοτεχνίας Goncourt. Μπαίνοντας σ’ αυτό το κομψό εστιατόριο και προσπαθώντας να συγκεντρωθείς στον ελκυστικό κατάλογό του των πιάτων ημέρας, η προσοχή σου μοιραίως αποσπάται κάποια στιγμή, για λίγο έστω, από το ειδικό βάρος που έχει το κατάστημα ως εφαλτήριο για την επιτυχημένη πορεία τόσων και τόσων διάσημων πλέον μυθιστορημάτων. (Το αιρετικό Ταξίδι στο τέλος της νύχτας, του Lois- Ferdinand Celine, για ν’ αναφέρω μία μόνον από τις προτιμήσεις μου.)
Αλλά και στην αριστερή όχθη αν διαλέξετε να κολατσίσετε, καμία αντίρρηση δεν έχω πως θα χαρείτε τα Croque Monsieur/ Madame του Deux Magots  ή του Cafe Flore απέναντι από την εκκλησία Saint- Germain, αλλά μην μου πείτε πως δεν είναι ελκυστική και η ιδέα πως θα βρεθείτε στα ίδια μέρη όπου σύχναζαν άλλοτε ο Jean- Paul Sartre, η Simone de Beauvoir, η Juliette Greco και τόσες άλλες εμβληματικές προσωπικότητες της Γαλλικής κουλτούρας.

Με μια μικρή δόση μελαγχολίας επιχειρώ την αντιστοιχία αυτή με τα γαλλικά πράγματα, αναλογιζόμενος πως στη νεοπλουτίστικη πρωτεύουσά μας (και όχι μόνον) η πίεση του “καινούριου”, του νεοεμφανιζόμενου, συνέθλιψε πολλά παραδοσιακά στέκια κι έσβησε με μια μονοκοντυλιά από τους αστικούς χάρτες μας καταστήματα με σπουδαία ιστορία και ξεχωριστούς φίλους και πελάτες. Γνωστά τα ονόματα, δεν χρειάζεται καν να τ’ αναφέρω.

Σταθείτε όμως, υπάρχουν κι αυτοί που επιμένουν. Η ταβέρνα Σινάνης πέρασε στις αρχές του φετινού χειμώνα στα άξια χέρια της Κατερίνας και της Χρυσούλας, που είναι βέβαια οι κόρες του Σπύρου και της Βάγιας, τού αγαπημένου ζευγαριού που μόχθησε να κρατήσει ζωντανό το στέκι των Νέων Λιοσίων τα τελευταία αυτά χρόνια. Με σεβασμό προς την ιστορική διαδρομή του οικογενειακού μαγειρείου, οι δύο κοπελιές προχώρησαν σε μια προσεκτική και επιβεβλημένη πλέον ανακαίνιση της μικρής αλλ’ ευρύχωρης αίθουσας. Ανοιχτόχρωμο φρεσκάρισμα στους τοίχους, πιο χαμογελαστή  διακόσμηση , νέα πιο ανοιχτόκαρδα τραπεζομάντηλα και σερβίτσια. Έμειναν βέβαια στη θέση τους τα παλιά ξύλινα βαρέλια για το διαλεχτό γιοματάρι που φρόντιζε πάντα να κερνά ο πατέρας τους. Και ασφαλώς τα τραπέζια και οι καρέκλες που δεόντως τιμήθηκαν στο παρελθόν από την τόσο εκλεκτή και εκλεκτική εκείνη πελατεία.

Και το σημαντικότερο ίσως, έμειναν πάντα στη θέση τους ως στυλοβάτες της ταβέρνας- και μέχρι νεωτέρας τουλάχιστον- ο Σπύρος και η Βάγια. Η Βάγια με την αχνιστή κατσαρόλα της- το νοστιμότερο ίσως βραστό που μπορεί κανείς να δοκιμάσει σήμερα στην Αθήνα κι από κοντά τ’ ασυναγώνιστα ντόπια απαραιτήτως, Ευβοϊκά κατά προτίηση, ρεβίθια της- και ο Σπύρος με το εντελώς ξεχωριστό ταλέντο του στο ψήσιμο. Κοψίδια κάθε λογής- μοσχαρίσια, χοιρινά, αρνίσια, κατσικίσια- καλοσιτεμένα Ηπειρώτικα κυρίως κρεατικά από τα Γιάννενα, την Άρτα, αλλά και την Φιλιππιάδα. Και μιά πρόσφατη ευπρόσδεκτη καινοτομία. Περιστασιακά  ερασιτέχνες φίλοι του καταστήματος, μπορούν να δοκιμάσουν εκεί την τύχη τους, ως προσκεκλημένοι μάγειροι για μια έστω βραδιά, με επιμελημένες προσωπικές δημιουργίες. Δίπλα πάντα στις αναγνωρισμένες προσφορές της καλής ταβέρνας. 

Βάλτε την Ταβέρνα Σινάνης στο πρόγραμμα των προσεχών αραιών έστω εξόδων σας. Θ’ ανταμειφθείτε με μιαν ευχάριστη νεανική, αλλά και, επιμένω, ιστορικά φορτισμένη ατμόσφαιρα. Και με καλομαγειρεμένο όσο και έντιμα κοστολογημένο σπιτικό φαγητό. Θα χρειαστεί  να προσπαθήσετε πολύ για να ξεπεράσετε τη χρέωση των 12 ευρώ κατ’ άτομο. Και σημειώστε ότι δεν έχουμε εδώ εκπτωτικές τιμές, με τις αναδουλειές της Κρίσης, παρά απλούστατα την ένδειξη της καλόγνωμης, φιλικής συμπεριφοράς προς τον πελάτη.       

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Πρόσφατα άρθρα του Δημήτρη Ποταμιάνου

Πρόσφατα άρθρα στην κατηγορία 'Ειδήσεις'